φλοιονικός

φλοιονικός
-ή, -ό, Ν
φρ. «φλοιονικό οξύ»
χημ. άκυκλη οργανική ένωση, δικαρβονικό οξύ και συγχρόνως δισθενής αλκοόλη που απομονώνεται από τον φελλό.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. phloionique].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”